WHERE IS THE LOVE? ( Ή ΓΙΑΤΙ Η DANCE ΣΚΗΝΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ;)
Where is The Love? Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση για να ξεκινήσει κάποιος μια συζήτηση
Εδώ και πολύ καιρό διαβάζω πολλά πράγματα για την Dance Ελληνική μουσική σκηνή σε διάφορα άρθρα και ήθελα και εγώ να ανεβάσω ένα δικό μου άρθρο σε αυτό το Blog που πραγματικά φτιάχτηκε για να υποστηρίζει την Dance Ελληνική Μουσική Σκηνή.
Ο φίλος μας ο Κώστας στο Facebook μίλησε για το θέμα αυτό και πραγματικά ότι ήθελα να πω εγώ όλο αυτόν τον καιρό τα είπε ο Κώστας σε ένα πολύ ωραίο (ξέσπασμα).
Δείτε παρακάτω....
WHERE IS THE LOVE? ( Ή ΓΙΑΤΙ Η DANCE ΣΚΗΝΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ;)
Αυτή είναι μία ερώτηση που μου τίθεται συνέχεια από πολλούς φίλους/ες clubbers. Στην πραγματικότητα, η ελληνική dance σκηνή (και κυρίως αυτή της Αθήνας, γιατί κατά τη γνώμη μου η αντίστοιχη της συμπρωτεύουσας είναι κατά πολύ καλύτερη) δεν είναι απλά «τόσο απαράδεκτη», αλλά έχει πιάσει κυριολεκτικά πάτο. Τα πράγματα μόνο καλύτερα μπορούν να γίνουν και αυτή η ελπίδα για μιά επικείμενη «αναγέννηση» είναι που μας σώζει. Λογικά, μετά από μιά τέτοια κάμψη, θα πρέπει να επέλθει η άνοδος. Όπως χαρακτηριστικά είπε επί του θέματος φίλος ιδιοκτήτης γνωστού bar του Ψυρρή, η σημερινή κατάσταση αποτελεί ένα αναγκαίο ξεκαθάρισμα, ώστε να απομακρυνθεί η φύρα που λυμαίνεται τον χώρο και να παραμείνουν μόνον οι πραγματικά άξιοι παράγοντες στο παιχνίδι. Ποιοί είναι όμως οι λόγοι που μας οδήγησαν σ’αυτό το σημείο; Θα μιλήσουμε για τους σημαντικότερους από αυτούς , χωρίς όμως να τους αναφέρουμε με σειρά σπουδαιότητας.
[1] Η φιλαργυρία και η κοροϊδία των ιδιοκτητών των bars και των clubs
Ο χρυσός κανόνας του ‘Ελληνα επιχειρηματία ήταν πάντα η φιλοσοφία της αρπαχτής, με χορηγία ή χωρίς. Στον ρευστό και ευμετάβλητο χώρο του clubbing αυτή η στάση έφθασε σε νέες δόξες, με θύματα πάντα τους θαμώνες, που σε κάποια φάση (δίκαια) έφτυσαν και προχώρησαν παρακάτω. Κανείς δεν θέλει [α] να ψάχνει για parking στο Γκάζι, στου Ψυρρή και στο Μεταξουργείο για μισή ώρα τουλάχιστον σαββατιάτικα και μετά να ακροβατεί στα άθλια σοκάκια και τα βρώμικα πεζοδρόμια (επειδή ΟΛΟΙ αποφάσισαν να ανοίξουν τις επιχειρήσεις τους εκεί), [β] να πηγαίνει να ακούσει τον κάθε ΦΙΤΣΟΥΛΑ γιά 15 ευρώ minimum (για εγχώριους guests λέμε τώρα, οι διεθνείς είναι μιά άλλη πονεμένη ιστορία, βλ. promoters παρακάτω), [γ] να πληρώνει 10 ευρώ για ένα ποτήρι φωτιστικό οινόπνευμα, [δ] να στριμώχνεται σαν το γίδι στο μαντρί επειδή πρέπει να κοπούν πολλά εισιτήρια για καλά κέρδη, [ε] τέλος μέσα σ’όλον αυτό τον πανζουρλισμό να έχει να αντιμετωπίσει την (επιεικώς για σφαλιάρες) συμπεριφορά του κάθε τσοπάνη μαιτρ-πορτιέρη-σερβιτόρου-bartender, ο οποίος επειδή κατέβηκε από τη στρούγκα του για να δουλέψει σε αθηναϊκό club ή bar (ελλείψει άλλων επιλογών και δυνατοτήτων), πιστεύει ότι κάνει χάρη εξυπηρετώντας τον θαμώνα.
Πολύ λίγα είναι επίσης τα ελληνικά clubs που έχουν διαμορφωθεί με επίκεντρο το DJ booth, όπως πρέπει να γίνεται δηλαδή. Ο DJ αντιμετωπίζεται ως επί το πλείστον σαν ένας ακόμη σερβιτόρος και έρχεται σε δεύτερη μοίρα από την διακόσμηση του καταστήματος. Στο ίδιο μοτίβο, η διακόσμηση και η «φάση» μετρούν περισσότερο από άλλα ζωτικά σημεία, απαραίτητα για την διασκέδαση και την ασφάλεια των θαμώνων, τα οποία στο τέλος παραμελούνται, όπως: (α) το ηχοσύστημα (σε πόσα μαγαζιά με καλό ήχο έχετε πάει τελευταία;) , (β) τον εξαερισμό, (γ) τις δια νόμου προδιαγραφές ασφαλείας (πυρασφάλεια, έξοδοι κινδύνου, κλπ). Τέλος, λίγοι ιδιοκτήτες είναι συνεπείς στις οικονομικές υποχρεώσεις τους, είτε προς τους DJs/promoters (γιατί άραγε οι περισσότεροι διεθνείς DJs δεν ενδιαφέρονται να έλθουν να παίξουν στη χώρα μας;) και το προσωπικό, αλλά και προς τους προμηθευτές (π.χ. κάβες) και το κράτος (άδειες λειτουργίας). Οι συνέπειες αυτής της ασυδοσίας είναι ορατές , καθώς πολλά bars και clubs έβαλαν λουκέτο τον τελευταίο καιρό. Ακόμη λιγότεροι ιδιοκτήτες προσπάθησαν να χτίσουν μια σκηνή, έχοντας όραμα, μεράκι και αγάπη γι’αυτό που κάνουν και τον κοινό νου, για να προβλέψουν ότι μόνον έτσι η προσπάθειά τους θα διαρκέσει στον χρόνο.
[2] Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
Η μουσική σκηνή δεν εμφανίζεται από το πουθενά ως φάντης μπαστούνι. Η μουσική σκηνή είναι αποτέλεσμα έντονης καλλιέργειας σε πρόσφορο έδαφος. Η καλλιέργεια στην συγκεκριμένη περίπτωση προσδιορίζεται ως η μετάδοση ιδεών (δημοσιογραφία) και η έγκυρη πληροφόρηση γύρω από τη μουσική και τα σχετικά δρώμενα, τα οποία διοργανώνουν οι δισκογραφικές εταιρείες, οι DJs/promoters, τα clubs και bars κ.ά. Σαν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης για την dance σκηνή θεωρούνται [α] τα τηλεοπτικά κανάλια, [β] οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, [γ] ο Τύπος, [δ] οι διαδικτυακοί τόποι. Τηλεοπτικά, εκτός από κάποιες περιστασιακές ανάσες που παίρνει η σκηνή από τα videoclips και κάποιες εκπομπές του MAD ΤV, όπως αυτή του Βαγγέλη Κωστοξενάκη και φυσικά το MTV Greece. Ελπίζουμε να σταθεί στο επίπεδο του brand name του. Ραδιοφωνικά, η απουσία ενός ολοκληρωμένου ραδιοφωνικού σταθμού για την ηλεκτρονική χορευτική μουσική αποτελεί καίρια έλλειψη για την χώρα μας. Το κενό καλύπτεται σε ένα βαθμό από το νεοσύστατο FREE FM, την περιορισμένη playlist του Best Radio και από περιστασιακά αφιερώματα που κάνουν οι πιο mainstream σταθμοί με pop & rock θεματολογία, όταν βέβαια παίζουν «ξένα» και όχι ελληνικά.
Ο Τύπος αποτελεί ακόμη ένα πονεμένο σημείο της σκηνής. Εκτός των περιοδικών που επικεντρώνουν στο clubbing (Partysan, Freeze), η μετάδοση ιδεών και πληροφοριών και η προώθηση των events πραγματοποιείται μέσα από τις στήλες lifestyle εντύπων υψηλής αναγνωσιμότητας. Κάποιοι απο αυτούς τους δημοσιογράφους είναι πραγματικά ενημερωμένοι, είτε λόγω της ιδιότητάς τους ως μουσικοί, παραγωγοί, DJs ή promoters, ή απλά επειδή είναι παθιασμένοι/ες με το αντικείμενό τους. Αρκετοί δυστυχώς δεν έχουν τίποτε από τα δύο, έχοντας αποκτήσει την θέση τους περισσότερο λόγω της ιδιότητας του clubber/PR person (ή και του σερβιτόρου/ας σε κάποιες περιπτώσεις) και γράφοντας με την γνώση που έχουν αποκτήσει μέσα από την διασκέδαση (βλ. π.χ. πρόσφατο σχόλιο αρθρογράφου γνωστού εντύπου που αντιπαραβάλλει το minimal ως «μουσική που επιβάλλει πνευματική πειθαρχία» με το breakbeat, που απευθύνεται «περισσότερο στο σώμα»!!), παρά για την πραγματική γνώση τους για τον χώρο.
Σημαντικό έργο επιτελείται επίσης από τα διάφορα sites και forums για το clubbing και την dance σκηνή (π.χ. clubber.gr, e-DJs, thecityvibe, avopolis κ.ά.). Αυτοί οι διαδικτυακοί τόποι ενημερώνουν αδιάλειπτα το κοινό για τα δρώμενα της dance σκηνής και αποτελούν σημεία συνάντησης και συζήτησης όλων των ενδιαφερομένων με εξαιρετική, πολλές φορές, αρθρογραφία και σχολιασμό.
[3] Η μισαλλοδοξία και η κοντοφθαλμία των DJs/promoters/PR persons
Βάζω τις τρεις κατηγορίες μαζί, καθώς η κατάσταση που επικρατεί στην ελληνική dance σκηνή έχει ως συνέπεια την επικράτηση του υβριδικού μοντέλου του DJ/promoter/PR person (ή σύμβουλος δημοσιότητας). Σε πολύ λίγες προχωρημένες περιπτώσεις μπορούν αυτές οι λειτουργίες να διαχωρισθούν, με αποτέλεσμα να χρειάζεται να είναι κανείς επιδέξιος/α και στις τρεις! Οι μεγαλύτερες ευθύνες επιρρίπτονται σ’αυτή την κατηγορία παραγόντων, αμέσως μετά τους ιδιοκτήτες των clubs/bars, γιατί αποτελεί την «πρώτη γραμμή» της σκηνής και με την στασιμότητά της στραγγαλίζει όλες τις υπόλοιπες. Πολλοί promoters (ή έμμεσοι προαγωγοί events) έδρασαν ευκαιριακά, μοιραζόμενοι την άποψη της αρπαχτής και στήνοντας πρόχειρα και κακοσχεδιασμένα events. Ένας ακόμη μεγαλύτερος αριθμός όμως έκανε (και συνεχίζει να κάνει) το λάθος να προωθήσει τα δικά τους συμφέροντα χωρίς να υπολογίσει καθόλου την dance σκηνή, μέσα στην οποία οι συγκεκριμένοι αναπόφευκτα κινούνται και της οποίας η εξέλιξη καθορίζει τελικά και την δική τους πορεία. Είτε για λόγους μισαλλοδοξίας ή εξαιτίας της απληστίας τους απέρριψαν την υποστήριξη των συναδέλφων τους, την σύμπραξη για την διοργάνωση events και την εν γένει συνεργασία για την βελτίωση της σκηνής, τα οποία επιβάλλονται όσο ισχύουν οι παρούσες συνθήκες. Με λίγα λόγια, ως γνήσιοι ανεξάρτητοι και αυτόνομοι ελληναράδες (είναι εθνικό χαρακτηριστικό η αντίσταση σε κάθε είδους οργάνωση και συγκεντρωτισμό, ας μην το ξεχνάμε), οι περισσότεροι Έλληνες promoters προσπάθησαν να χτίσουν ο καθένας την δική του σκηνή, αντί να συνεργασθούν στην οικοδόμησή της με τους υπόλοιπους συναδέλφους τους. Οι χείριστοι βέβαια είναι αυτοί που κατηγορούν τους υπόλοιπους για το catenaccio που επικρατεί, κρατώντας όμως την ίδια στάση. Δεν είναι επίσης τυχαίο το ότι οι πραγματικά επιτυχημένοι DJs/promoters και πρωτεργάτες της εγχώριας σκηνής έχουν καταλάβει το νόημα των παραπάνω και είναι εξαιρετικά αλληλέγγυοι στους υπόλοιπους, συνειδητοποιώντας ότι αυτός είναι και ο μόνος τρόπος για την δημιουργία και την μακροπρόθεσμη επιβίωση της σκηνής.
[4] Η κάμψη της παγκόσμιας dance σκηνής
Τα 00s έχουν αποδειχθεί μέχρι στιγμής μιά πολύ μυστήρια δεκαετία, όχι μόνο μουσικά αλλά και εικαστικά, λογοτεχνικά, θεατρικά και ευρύτερα σε όλους τους τομείς της τέχνης, εφηρμοσμένης και μη. Κυρίαρχο στοιχείο είναι η γενικότερη αναδίπλωση και ανακατάταξη και η απουσία των πρωτοπόρων και δυναμικών κινημάτων του παρελθόντος, όπως και η ανακύκλωση δημοφιλών στοιχείων από το παρελθόν. Η dance μουσική δεν αποτέλεσε εξαίρεση σ’αυτό το θέμα. Το έντονο marketing της μουσικής είχε σαν αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της σε πολλά μικρά κινήματα (αρκετά από τα οποία με αμφίβολη καλλιτεχνική αξία). Ακολούθησε αρχικά η σύγχυση και η δυσπιστία του κοινού και τελικά η αναπόληση των -δυνατότερων μουσικά- δύο προηγούμενων δεκαετιών. Έτσι εξηγούνται και τα αναρίθμητα αφιερώματα στο rock του 60 (!), την disco, την pop μουσική των 80s κλπ., αλλά και το φαινόμενο της διοργάνωσης events όπου δεν παρουσιάζεται καινούρια μουσική (σ’αυτή την κατηγορία εντάσσεται και το R’n’B, όπου το κοινό επιδιώκει ν’ακούσει περισσότερο τα παλαιότερα γνωστά κομμάτια παρά τις καινούργιες κυκλοφορίες). Οι παραγωγοί προσαρμόσθηκαν ανάλογα, διασκευάζοντας παλιές επιτυχίες σε νέο ύφος (βλ. π.χ. disco house, electro house κλπ) ή και ολόκληρα είδη μουσικής (όπως π.χ. το minimal, το οποίο είναι κατά βάση αποδομημένη tech house, χωρίς τα πρίμα και με τονισμένα basslines και drumloops). Ας σημειώσουμε πως στον χώρο της dance μουσικής, μεγάλο ρόλο έπαιξε και η μετάβαση στα ψηφιακά μέσα (CDs, mp3s) από το βινύλιο∙ αναπόφευκτα τεράστιες ποσότητες μέτριας έως κακής μουσικής έφθασαν στα αυτιά μας, επειδή όλοι αυτοί οι φιλόδοξοι παραγωγοί τώρα μπορούν να πουλάνε τη μουσική τους απ’ευθείας στο διαδίκτυο, χωρίς να χρειάζεται να πείσουν πρώτα τον ιδιοκτήτη μιας δισκογραφικής εταιρείας που κυκλοφορεί βινύλιο για την ποιότητα των παραγωγών τους. Αναπόφευκτα, το παγκόσμιο αυτό «ξεφούσκωμα» επηρρέασε και την δική μας μικρή εγχώρια σκηνή.
[5] Οι clubbers
Παρότι οι μεγαλύτερες ευθύνες επιρρίπτονται στους DJs/promoters, το κοινό αποτελεί τον τελικό κριτή και διαμορφωτή της παρούσας κατάστασης. Στην περίπτωση της χώρας μας, η dance σκηνή παρακμάζει είτε λόγω της αδιαφορίας του κοινού (εξαιτίας της απώλειας της εμπιστοσύνης του στην σκηνή) ή της ανοχής του στα κακώς τεκταινόμενα. Όσοι είχαν την τύχη να ζήσουν τις χρυσές εποχές από τα τέλη των 80s μέχρι και τα τέλη των 90s, είτε [α] γύρισαν την πλάτη τους στην σημερινή αηδία και παντρεύτηκαν-έκαναν παιδιά-αφιερώθηκαν στην δουλειά τους-μετανάστευσαν ή [β] εντάχθηκαν στην εκνευριστική, παππουδίστικη, αιώνια μεγάλη κατηγορία των παραπονούμενων αλλά άπραγων. Τους δεύτερους τους πετυχαίνεις συνήθως σε κάποιο από αυτά τα events που συμβαίνουν 2-3 φορές τον χρόνο και είναι 1000% σίγουρο ότι θα πάνε καλά και αναφωνείς «μα που ήταν όλοι αυτοί τόσον καιρό;». Οι νεότεροι clubbers είτε απορρίπτουν εξαρχής την παρούσα κατάσταση, ή απλά συμβιβάζονται χωρίς να αντιδρούν στα νέα δεδομένα. Έχουν βέβαια το ελαφρυντικό του ότι μεγάλωσαν στο σημερινό στείρο και κορεσμένο περιβάλλον (με την εξαίρεση αυτών που επισκέφθηκαν τη Ν. Υόρκη, το Βερολίνο, το Λονδίνο ή κάποια άλλη σπουδαία dance μητρόπολη) αλλά είναι άραγε επαρκής αυτή η δικαιολογία; Where is the love?
Πηγη:http://lt-lt.facebook.com/topic.php?uid=48445579483&topic=7827